Η Άγκυρα προσβλέπει σε ένα θαλάσσιο σύμφωνο με τη Συρία μετά τον Άσαντ για να επεκτείνει το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» - απειλώντας να επ...
Η δραστηριότητα της Τουρκίας στη Δυτική Ασία έχει λάβει μια ξεχωριστή τροπή τις τελευταίες δύο δεκαετίες, σε μεγάλο βαθμό υποκινούμενη από τον εντεινόμενο ανταγωνισμό για τα αποθέματα φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εστίαση της Άγκυρας στις θαλάσσιες οικονομικές ζώνες έχει αναδειχθεί σε κεντρικό πυλώνα της εξωτερικής της πολιτικής – καθοδηγούμενη από την πραγματικότητα ότι η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Τουρκίας στην περιοχή είναι σχετικά περιορισμένη σε σύγκριση με εκείνη άλλων παράκτιων κρατών.
Η Συνθήκη της Λωζάνης, που υπογράφηκε το 1923 μεταξύ της Τουρκίας και των νικητριών δυνάμεων του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, αναμόρφωσε τα σύγχρονα σύνορα της χώρας, αλλά άφησε την Τουρκία με περιορισμένα θαλάσσια δικαιώματα. Ως αποτέλεσμα, οι διαφωνίες για την υφαλοκρηπίδα και τα χωρικά ύδατα στην Ανατολική Μεσόγειο σιγοβράζουν εδώ και δεκαετίες.
Η σημερινή θέση της Τουρκίας βασίζεται σε δικές της νομικές ερμηνείες, ιδίως όσον αφορά τα όρια της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας. Η Άγκυρα έχει απορρίψει τη Σύμβαση του ΟΗΕ του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), που ορίζει τις διαδικασίες θαλάσσιας οριοθέτησης, προτιμώντας διμερείς συμφωνίες για να ενισχύσει τους ισχυρισμούς της.
Η «Γαλάζια Πατρίδα» φτάνει στις ακτές της Συρίας
Η πτώση της συριακής κυβέρνησης στις 8 Δεκεμβρίου 2024 αποτέλεσε σημαντικό γεωπολιτικό σημείο καμπής στην περιοχή. Η Τουρκία κινήθηκε άμεσα για να εδραιώσει την επιρροή της, ευθυγραμμιζόμενη με τις νέες αρχές στη Δαμασκό.
Στις 24 Δεκεμβρίου, ο Υπουργός Μεταφορών της Τουρκίας, Abdulkadir Uraloğlu, δήλωσε ότι η Άγκυρα σκοπεύει να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τη Συρία για την οριοθέτηση των θαλάσσιων συνόρων, επισημαίνοντας πως μια τέτοια συμφωνία θα μπορούσε να «αλλάξει ολόκληρη την ισορροπία» στην Ανατολική Μεσόγειο, επεκτείνοντας τις ζώνες επιρροής των δύο κρατών στην ενεργειακή εξερεύνηση.
Έλληνες αξιωματούχοι αντέδρασαν έντονα, υποστηρίζοντας πως η Τουρκία στερείται νομικής υπόστασης να συνάψει συμφωνίες με αυτό που θεωρούν ως προσωρινή και μη αναγνωρισμένη συριακή αρχή. Η Αθήνα χαρακτήρισε την κίνηση ως άμεση πρόκληση για τη θαλάσσια κυριαρχία της, ιδιαίτερα γύρω από την Κρήτη και την Κύπρο.
Μια πιθανή συμφωνία ΑΟΖ Τουρκίας–Συρίας θα μπορούσε να επεκτείνει τον έλεγχο της Άγκυρας κατά 1.500 τετραγωνικά μίλια, ενισχύοντας σημαντικά το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» – μια θαλάσσια στρατηγική που προβάλλει τη δύναμη της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο και τη Μαύρη Θάλασσα.
Η στρατηγική αυτή, διατυπωμένη αρχικά από τον απόστρατο υποναύαρχο Cem Gürdeniz και αναπτυχθείσα περαιτέρω από τον Cihat Yaycı, οραματίζεται την κυριαρχία της Τουρκίας σε περίπου 462.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα θαλάσσιου χώρου. Σύμφωνα με αυτό το δόγμα, η Άγκυρα αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία σε πολλά νησιά του Αιγαίου, υποστηρίζει τα συμφέροντά της στη Μαύρη Θάλασσα και αμφισβητεί τις κυπριακές και ελληνικές διεκδικήσεις στη Μεσόγειο.
Η συριακή ακτή και η ενεργειακή στρατηγική
Παρά τις μακροχρόνιες φιλοδοξίες – όπως το έργο του αγωγού Τουρκίας–Κατάρ που μπλοκαρίστηκε από τον Πρόεδρο Άσαντ το 2009 – ο βασικός στόχος της Άγκυρας σήμερα είναι να αποκτήσει έλεγχο στις θαλάσσιες ζώνες της Συρίας. Οι περιοχές αυτές, δίπλα στην ανήσυχη συριακή ακτή, είναι στρατηγικής σημασίας και παρουσιάζουν σημάδια πρόσφατης βίας και καταγγελίες για εθνοκάθαρση υπό τη νέα μεταβατική αρχή.
Αν και ο άμεσος ρόλος της Τουρκίας σε αυτά τα γεγονότα παραμένει ασαφής, η απροκάλυπτη υποστήριξή της στη νέα κυβέρνηση της Συρίας αποκαλύπτει το γεωπολιτικό της σκεπτικό: η ασφάλεια της ακτής είναι κρίσιμη για την προώθηση μιας συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης και την επιβολή της στην πράξη.
Η λιβυκή πρόβα
Η προσέγγιση της Τουρκίας στη Συρία θυμίζει έντονα τη στρατηγική που εφάρμοσε στη Λιβύη. Μετά τη συμφωνία του 2019 με την Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (GNA) στην Τρίπολη, η Άγκυρα εξασφάλισε νέα ΑΟΖ και το δικαίωμα ενεργειακών ερευνών σε μεγάλο μέρος της Ανατολικής Μεσογείου. Η συμφωνία αυτή αμφισβήτησε τις ελληνικές διεκδικήσεις, ιδίως γύρω από την Κρήτη, και αποτέλεσε τροχοπέδη για το έργο του αγωγού EastMed – ενός ελληνο-ισραηλινο-κυπριακού σχεδίου μεταφοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Η συμφωνία, που συντάχθηκε εν μέρει από τον Yaycı, εγκρίθηκε αργότερα από τον ΟΗΕ και ενέταξε ουσιαστικά την Τουρκία στον πυρήνα της ενεργειακής γεωπολιτικής της Μεσογείου.
Οι κινήσεις της Τουρκίας στη Συρία φαίνεται να επαναλαμβάνουν αυτό το μοντέλο. Όπως αναφέρθηκε σε έκθεση του Carnegie Endowment τον Αύγουστο του 2023, η τουρκική επέμβαση στη βόρεια Συρία κατακερμάτισε την περιοχή σε «καντόνια» ευθυγραμμισμένα με τα τουρκικά συμφέροντα, αυξάνοντας τη μόχλευση της Άγκυρας στο μέλλον της χώρας.
Το παράκτιο τμήμα υπό διαπραγμάτευση είναι ιδιαίτερα στρατηγικό – όχι μόνο ως πύλη προς ενεργειακές συμφωνίες, αλλά και λόγω του πλούτου σε φυσικούς πόρους. Το Αμερικανικό Γεωλογικό Ινστιτούτο υπολόγισε το 2010 τα αποθέματα φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο σε περίπου 122 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια, με τη Συρία να διεκδικεί περίπου 40 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια από το 2019.
Ένα νέο περιφερειακό ρήγμα
Από τη Βόρεια Κύπρο έως τη Λιβύη και πλέον τη Συρία, η Άγκυρα επεκτείνει σταθερά το θαλάσσιο αποτύπωμά της. Η στρατηγική της επιδιώκει να μετατρέψει την Τουρκία σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο, συνδέοντας ασιατικούς πόρους με τις ευρωπαϊκές αγορές. Ωστόσο, αυτό το επεκτατικό δόγμα έχει εντείνει τις εντάσεις με άλλες περιφερειακές δυνάμεις.
Η Ελλάδα και η Κύπρος, διαχρονικά επιφυλακτικές απέναντι στις τουρκικές κινήσεις, θεωρούν αυτές τις ενέργειες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου. Η συμφωνία Τουρκίας–Λιβύης το 2019 είχε ήδη μειώσει τις κυπριακές διεκδικήσεις. Μια ενδεχόμενη συμφωνία Τουρκίας–Συρίας θα ενίσχυε περαιτέρω αυτή την αντιπαράθεση.
Η Αίγυπτος και το Ισραήλ εκφράζουν επίσης ανησυχία, καθώς φοβούνται ότι η αυξανόμενη τουρκική παρουσία θα θέσει σε κίνδυνο κοινά ενεργειακά έργα. Στο Ισραήλ, δεξαμενές σκέψης όπως το Κέντρο Begin–Sadat έχουν προτείνει μια επίσημη συμμαχία με την Ελλάδα, την Κύπρο και την Αίγυπτο – με την υποστήριξη των ΗΠΑ – για να «περιορίσουν» τις φιλοδοξίες της Τουρκίας.
Αν και η Άγκυρα έχει αποκομίσει οφέλη από τις κινήσεις της, διατρέχει τον κίνδυνο πρόκλησης ευρύτερης σύγκρουσης. Ο άξονας Ισραήλ–Ελλάδας–Κύπρου–Αιγύπτου εντείνει τον στρατιωτικό και διπλωματικό συντονισμό.
Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία μπορεί να βρει συμμάχους. Η Ρωσία, που επιδιώκει εναλλακτικές οδούς εξαγωγής φυσικού αερίου προς την Ευρώπη λόγω Ουκρανίας, ίσως υποστηρίξει την τουρκική στρατηγική στην Ανατολική Μεσόγειο. Το Ιράν, επίσης, ενδέχεται να ευθυγραμμιστεί με την Άγκυρα για να αποδυναμώσει την αυξανόμενη παρουσία του Ισραήλ.
Η Συρία ως νέος γεωπολιτικός παράγοντας
Η Συρία εξελίσσεται σε επίκεντρο του ανταγωνισμού για την ενέργεια της Ανατολικής Μεσογείου. Η μεταβαλλόμενη ισορροπία ισχύος –ιδίως στις ακτές της– αναδιαμορφώνει το γεωπολιτικό τοπίο.
Η ισραηλινή επέκταση στη νότια Συρία προκαλεί ανησυχία στην Άγκυρα, ενώ η τουρκική εμπλοκή στον βορρά θεωρείται από το Τελ Αβίβ απειλή για τα δικά του περιφερειακά συμφέροντα. Μια θαλάσσια συμφωνία Τουρκίας–Συρίας θα ενέτεινε αυτό το χάσμα, αυξάνοντας τον κίνδυνο μελλοντικής αντιπαράθεσης.
Το αν το συριακό θέατρο θα οδηγήσει σε ενεργειακή σύγκρουση ή σε νέα διπλωματική πλατφόρμα θα εξαρτηθεί από τη σύγκλιση ή τη ρήξη των φιλοδοξιών των μεγάλων παικτών της περιοχής.
Ένα είναι βέβαιο: το ενεργειακό παιχνίδι στην Ανατολική Μεσόγειο δεν αφορά πλέον μόνο αγωγούς και κοιτάσματα – αλλά τον έλεγχο, την επιρροή και τη διαμόρφωση του μέλλοντος της ίδιας της περιοχής.
COMMENTS