Αρχίστε τον εμφύλιο χωρίς εμάς!

‘’Εν αυτώ δε τω χρόνω διωγμός γέγονεν Ελλήνων μέγας, και πολλοί εδημεύθησαν, εν οις ετελεύτησαν…….και εκ τούτου πολύς φόβος γέγονεν. Εθέσπισε δε ο αυτός βασιλεύς ώστε μη πολιτεύεσθαι τους ελληνίζοντας’’.
(Έτος 529 μ.Χ. Ιωάννης Μαλάλας, Χρονογραφία ).

Ύφος σοβαρό. Αυστηρό, συννεφιασμένο. Τα λόγια να πέφτουν σαν καταπέλτες. Η ετυμηγορία των τηλεοπτικών δικαστών έχει ήδη απαγγελθεί. Ξαφνικά, ως διά μαγείας όλα τα προβλήματα που μας ταλάνιζαν σκεπάστηκαν πίσω από χρυσίζοντες επικίνδυνους ίσκιους. Ανεργία, κλείσιμο σχολείων, αναστολή λειτουργίας Πανεπιστημίων, κατάργηση νοσοκομείων και ΙΚΑ, καταλήστευση του δημοσίου χρήματος, παράνομοι χρηματισμοί, ξεπούλημα ελληνικής γης,
,αυτοκτονίες, καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όλα βρήκαν τόσο εύκολα, τόσο απλά, τόσο γρήγορα, τον αποδιοπομπαίο τράγο
τους, που σύρεται στον γκρεμό προς εξιλέωση των υπολοίπων.
Όλοι θρηνούμε για τον άδικο χαμό του νεαρού μουσικού. Κάθε θάνατος Έλληνα, είναι μια μαχαιριά και στην δική μας καρδιά.
Δεν μας περισσεύει κανείς και όταν χάνονται έτσι οι ζωές, όπως από αυτό το θλιβερό, αψυχολόγητο γεγονός, αλλά και από αυτοχειρία, ή από πείνα, έλλειψη φαρμάκων, ακόμα και από το κρύο, αυτόν τον επερχόμενο σκληρό χειμώνα, φτωχαίνουμε και λιγοστεύουμε ακόμη πιο πολύ.
Μια χούφτα λαός, ήρθε και το μνημόνιο σαν χάρος από πάνω μας, με την κοφτερή του κόσα και θερίζει ζωές, που είτε χάνονται από τον φανατισμό, είτε από την ανέχεια, το αποτέλεσμα είναι η θλίψη, η ορφάνια, η απώλεια.
‘’Ω! πόλεις, που ποτε άρ εστέ; (Καημένες πόλεις! Τι απογίνατε;)
( Λιβάνιος ‘’Προς τους βαρύν αυτόν καλέσαντας’’)
Αντί λοιπόν οι τηλεοπτικοί μας δικαστές να επικεντρωθούν στις αιτίες όλου αυτού του κακού, που γέννησε το θυμό, το μίσος, τον φανατισμό, την απόγνωση και που δεν είναι άλλες από τις ανίκανες πολιτικές ηγεσίες, που μας έσυραν σιδηροδέσμιους στην κατοχή –σε ειρηνική περίοδο-, αλλά με όλες τις συνέπειες ενός πολέμου, αντί να ενταχθούν μαζί με τον λαό που υποφέρει, καθισμένοι αναπαυτικά στις μαλακές καρέκλες του στούντιό τους, ακριβοπληρωμένοι, αποστειρωμένοι και αποκομμένοι από το πόπολο, σαλπίζουν εμφύλιο.
Εκμεταλλευόμενοι στο έπακρο το φονικό, σκυλεύοντας από τις φυλλάδες τους τις τελευταίες στιγμές ενός ανθρώπου, μη σεβόμενοι ούτε το σοκ της κοπελιάς του, σαλπίζουν εμφύλιο.
Κατηγορούν συνολικά ένα κόμμα, ακόμη και τους ψηφοφόρους του, που αριθμούν ένα ικανό ποσοστό στην κοινωνία – ανάλογο ίσως και από τα κόμματα που κυβερνούν-, εφαρμόζουν την λογική της συλλογικής ευθύνης των Ναζιστών του Χίτλερ, που προσπαθούν τάχα να ξορκίσουν.
Δεν γνωρίζουν ότι σε συνθήκες απόλυτης ένδειας, ανεργίας σε δυσθεόρατα ύψη, εξοντωτικής φορολογίας, αβεβαιότητας, ανασφάλειας και εν τέλει διάλυσης του κοινωνικού ιστού, ο πολιτισμός, η ευπρέπεια, η τήρηση των νόμων παύουν να ισχύουν;
Οι πολίτες μιας ευνομούμενης κοινωνίας, όταν αυτή καταρρέει και σωριάζεται σε ερείπια, μετατρέπονται σε άλογο όχλο.
Η ατμόσφαιρα μοιάζει σαν ξεραμένος πάπυρος, σαν λαδωμένο δαδί, που ανά πάσα στιγμή, αρκεί μια μικρή σπίθα για να ξεσπάσει η πυρκαγιά που θα αποτελειώσει ότι στέκεται ακόμη όρθιο. Κι αυτοί σαλπίζουν εμφύλιο, κραδαίνοντας μέσα από τις οθόνες τον αναπτήρα.
Η πατρίδα μας έχει πέσει στον γκρεμό, κρατιέται μόνο από μια κλωστή, μια λεπτή κλωστίτσα, όπου αρκεί ένα ψαλίδι, ένα ψαλιδάκι των νυχιών για να βυθιστεί στο βάραθρο που χάσκει. Κι αυτοί βιάζονται να χρεωθούν την κατοχή και χρήση αυτού του ψαλιδιού, σαλπίζοντας εμφύλιο.
Αν θέλουν να βρεθεί η αλήθεια γι αυτό το τραγικό συμβάν, ας αναρωτηθούν -χωρίς αγκυλώσεις-, ποιον ωφελεί αυτή την στιγμή αυτός ο θάνατος.
Ίσως γνωρίζουν από την Ιστορία –παλαιά, αλλά και πρόσφατη-, ότι εντέχνως κατασκευασμένες προβοκάτσιες, στήνονται προς επίτευξη αλλότριων σκοπών. Και δυστυχώς η πατρίδα μας είναι επιρρεπής σε αυτές και υπήρξε πολλές φορές θύμα, με αποτέλεσμα να χάσει πολλά, από δικαιώματα και ελευθερίες, μέχρι εδάφη.
Φυσικά δεν υπάρχει δικαιολογία γι’ αυτό το φονικό, δεν έπρεπε να συμβεί και είναι καταδικαστέο.
Ξεχνάνε όμως ότι και τ΄ άλλα κόμματα έχουν στα σπλάγχνα τους τρομοκράτες, κουκουλοφόρους, παλουκοφόρους, εμπρηστές, καρφίτσες ,παρακρατικούς και τσεκουροφόρους. Ξεχνάνε ότι στις ομάδες ενδημούν και χούλιγκαν, οι οποίοι εκτός από τις αμέτρητες καταστροφές γηπέδων, έχουν προκαλέσει και θύματα. Κανείς δεν σκέφτηκε να καταργήσει όμως τα υπόλοιπα κόμματα ή τις ομάδες.
Ακόμη και οι ξένοι που ασχολήθηκαν εκτενώς με το γεγονός, ξεχνάνε ότι στις πατρίδες τους οι πιστολάδες μπαινοβγαίνουν στα σχολεία τους, σκορπώντας εκατοντάδες αθώα θύματα.
Αν θέλουν –καλώς-, να στήσουν μνημείο για το παιδί, ας το κάνουν. Παρότι δεν είναι ο πρώτος νεκρός αυτής της παρανοικής κατάστασης, ας βάλουν το όνομά του πρώτο πρώτο.
Έπειτα ας σκαλίσουν στο μάρμαρο ή στο χαλκό –δεν έχει σημασία-, τα ονόματα άλλων 5.000 Ελλήνων. Κι ο δικός τους θάνατος προκάλεσε θλίψη και ορφάνια στην οικογένειά τους. Έπειτα ας σκαλίσουν τα ονόματα των κατακρεουργημένων γερόντων, θύματα και αυτά του πολέμου που βιώνουμε. Ήθελαν κι αυτοί να χαρούν τα εγγόνια τους και να έχουν ένα ήσυχο τέλος. Δεν μπόρεσαν.
Ακόμη πρέπει να σκαλίσουν –με αχνά όμως γράμματα, μιας και βρίσκονται στο μεταίχμιο ζωής-θανάτου-, τα ονόματα των κακοποιημένων κοριτσιών. Κι ας αναλογιστούν τον Γολγοθά που τραβάν οι οικογένειές τους, μακριά από τα φώτα και το ενδιαφέρον των τηλεοπτικών δικαστών.
Μαζί με το όνομα του πατέρα που σκότωσαν για μια κάμερα, αφήνοντας το μωρό του ορφανό λίγο πριν γεννηθεί,- που το πέρασαν στα ψιλά-, ας βάλουν και τα ονόματα των καμένων της MARFIN, – που αδιαφόρησαν γι αυτούς-, μόνο που στο τέταρτο όνομα ας γράψουν ‘’ΑΓΓΕΝΗΤΟ’’. Μην ξεχάσουν το όνομα του παλικαριού που σκότωσαν για ένα εισιτήριο και που δεν βρήκαν κανένα αυτόπτη μάρτυρα να ρωτήσουν.
Κανείς δεν ξέρει πόσα ονόματα ακόμη πρέπει να σκαλιστούν σ ’αυτό το μνημείο –φανταστικό ή όχι, δεν έχει σημασία-,για να χορταστούν τα τροικανά τέρατα.
Κατά την διάρκεια του Έπους του ΄40, στα Ηπειρώτικα βουνά, χάθηκαν 15.000 περίπου Ελληνόπουλα. Άλλες τόσες χιλιάδες, ίσως και περισσότερες χάθηκαν κατά την διάρκεια του εμφυλίου. Πριν μπλεχτούν στα δίχτυα του εμφυλίου σπαραγμού, ήταν φιλαράκια στις γειτονιές τους, άλλα ήταν αδέλφια από την ίδια μάνα. Ίδιος και ο πόνος και ο θρήνος των μανάδων, είτε από την μια, είτε από την άλλη πλευρά.
Εκ των υστέρων αποδείχτηκε ότι όλο αυτό το κακό ήταν μια ακόμη προβοκάτσια των ξένων. Όπως προσπαθούν να κάνουν και τώρα. Και οι τηλεοπτικοί μας δικαστές είναι οι σάλπιγγές τους.
Κατά την διάρκεια του φοβερού χειμώνα του ΄41, χάθηκαν από την πείνα 300.000 με 500.000 άνθρωποι, ανάμεσά τους αθώα παιδάκια. Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων δεν μπορεί να υπολογιστεί, γιατί οι συγγενείς δεν δήλωναν τον θάνατό τους για να μη χάσουν το δελτίο όπου προμηθεύονταν το λιγοστό ψωμί του συσσιτίου.
Οι υπαίτιοι αυτής της γενοκτονίας είναι οι εκτροφείς του τέρατος του Ναζισμού, που δεν το έχουν αποβάλλει από τα σπλάγχνα τους, αλλά συνεχίζουν πάλι την γενοκτονία που είχαν αφήσει στην μέση , έχοντας τώρα και συμπαραστάτες τους τηλεοπτικούς μας δικαστές.
Ας αφήσουν την δικαιοσύνη να επιτελέσει το έργο της. Αν διψάνε για αίμα οι τηλεοπτικοί μας δικαστές, ας ξεκινήσουν τον εμφύλιο αναμεταξύ τους. Ας πιαστούν φυλλάδα με φυλλάδα, κανάλι με κανάλι, ποστίς με ποστίς, γραβάτα με γραβάτα και ας εξοντωθούν μέχρι ενός, ουδόλως μας στενοχωρεί η τύχη των φερέφωνων του ετοιμόρροπου καθεστώτος.
Εμείς θα μετράμε τους νεκρούς μας, θα θρηνούμε γι αυτούς και θα αντιστεκόμαστε!
‘’Κουραστικό και φορτικό με χαρακτήρισαν μερικοί….Με κατηγόρησαν ότι νοσταλγώ και επαινώ τα περασμένα και καταδικάζω το παρόν, και ότι ισχυρίζομαι πως τότε οι πόλεις ευημερούσαν, ενώ τώρα δυστυχούν και μάλιστα ότι αυτά τα διακηρύσσω παντού και πάντοτε. Αυτοί που με μέμφονται και δυσαρεστούνται με τα λόγια μου είναι οι άνθρωποι που επωφελούνται από την παρούσα κατάσταση. Αντίθετα, όσοι καταστράφηκαν είναι μεταξύ αυτών που επαινούν τους λόγους μου. Από διάσημοι έχουν γίνει ασήμαντοι και από εύποροι, άποροι. Αντίθετα, οι άλλοι απολαμβάνουν δόξα, πλούτο και δύναμη, που ήταν τόσο ανέλπιστα γι αυτούς όσο και το να πετάξουν. Γι αυτούς λοιπόν που καλοπερνούν χωρίς να το αξίζουν είμαι δυσάρεστος και κουραστικός με τα λόγια μου, όμως κερδίζω την εύνοια αυτών που ξέπεσαν ενώ ευημερούσαν, επειδή ακριβώς συμπάσχω και ταράζομαι απ΄τις δικές τους συμφορές….
Είπα ότι στο παρελθόν όσοι καλλιεργούσαν τη γη είχαν σεντούκια, ρούχα, χρήματα και έκαναν γάμους με προίκα. Σήμερα όμως, διασχίζεις μεγάλες εκτάσεις έρημης γης. Το βάρος των φόρων ερήμωσε τα χωράφια…Όπου η γη είναι σε καλύτερη κατάσταση, έχει ως ιδιοκτήτες όχι τους κληρονόμους αλλά αυτούς που μπορούν να την αγοράσουν. Έπειτα οι λίγοι πια ταπεινοί βουλευτές φτάνουν σε απόγνωση, δεν είναι απλώς φτωχοί αλλά πάμφτωχοι. Αντίθετα, οι άλλοι- που ούτε ξέρω από πού πλάκωσαν-,καταθέτουν χρήματα – η αλήθεια να λέγεται-, και ζουν πολυτελώς μες στις ξένες περιουσίες, έχοντας στην κατοχή τους τα σπίτια των άλλων, τα χωράφια τους ή και τα δύο.
Πουθενά δεν έχουν σε υπόληψη τους βουλευτές. Οι ξένοι βέβαια καμαρώνουν και κάνουν γάμους μαζί τους, εμείς όμως, τους κοιτάμε, τρώμε μαζί τους και τους ευχόμαστε μακροζωία, αλλά κανείς δεν θα έδινε την κόρη του σε βουλευτή, δεν τη μισεί τόσο πολύ.
Ξέρω ότι διαμαρτυρήθηκα ακόμα και για τους στρατιώτες, και μάλλον όχι άδικα. Γιατί αυτοί τρέμουν από το κρύο και πεινάνε και δεν έχουν δραχμή, γιατί τέτοια είναι η δικαιοσύνη των λοχαγών και των στρατηγών, που οδηγούν στην εξαθλίωση τους στρατιώτες κι οι ίδιοι θησαυρίζουν… Και το βρίσκουν ωραίο οι αξιωματικοί να μεθούν, να κάνουν εμετό και να αρχίζουν αμέσως νέο φαγοπότι, ενώ είναι ντροπή τα γυμνάσια και η εκπαίδευσή τους στο πεδίο με κατάλληλες ασκήσεις. Έτσι λοιπόν, στις μάχες αρκεί να βγάλει μια κραυγή ο εχθρός και αυτοί τρέπονται σε φυγή και αυτός που μένει, μένει για να ηττηθεί. Οι ψυχές τους είναι γεμάτες φόβο και τα σώματά τους δεν διαφέρουν πολύ από σκιές. Δεν ήταν έτσι τα πράγματα την εποχή εκείνη που εγώ επαινώ. Οι αξιωματούχοι επιθυμούσαν την δόξα και όχι τα χρήματα και κανένας δεν στερούσε τους στρατιώτες απ΄ τα υπάρχοντά τους.
Αν πρέπει να πω και για τους άρχοντες που διοικούν τις επαρχίες, εκλέγονταν και κυβερνούσαν οι καλύτεροι…Σήμερα, ωστόσο, ανεβαίνει στην εξουσία αυτός που μπορεί να την εξαγοράσει και διαρκώς γυρίζει πίσω να δει μήπως τον ακολουθεί από κοντά ο διάδοχός του.
Στο παρελθόν οι ρητορικοί λόγοι έλαμπαν σαν αστραπή, ενώ τώρα είναι σκοτεινοί. Τότε προσέλκυαν τους νέους από παντού, ενώ τώρα η ρητορική θεωρείται ένα τίποτα.
….Κι αν νοιάζομαι για την γενέθλια πόλη μου, έχω τη γνώμη ότι η πόλη δεινοπαθεί γιατί έχουν κουβαληθεί σ΄αυτήν πολλοί που παράτησαν τις πόλεις και τα σπίτια τους, αν βέβαια έχουν σπίτια και αν έστω και στ ΄όνειρό τους κατάφερναν να δουν ευχάριστα την πατρίδα τους. Ξένοι που νομίζουν ότι πρέπει να εξουσιάζουν τους πολίτες και τρέμουν μήπως θεσπίσει ο βασιλιάς κανένα νόμο για την έρευνα ύποπτου πλουτισμού.
Για τη μάνα που λιώνει από μακρόχρονη αρρώστια είναι σωστό να κλαίει κανείς. Για την πατρίδα, που ΄ναι πολυτιμότερη από τη μάνα, όταν βρίσκεται σε κακά χάλια, τι πρέπει να κάνει, να γιορτάζει;
Τι απομένει λοιπόν; Να προσευχηθούμε να απλώσουν οι θεοί χέρι προστασίας πάνω στους ναούς και στους γεωργούς και στις βουλές των πόλεων και στη γλώσσα των Ελλήνων κι αυτά που γιγαντώθηκαν χωρίς να΄χουν το δίκιο με το μέρος τους ας τα ξανακάνουν οι θεοί μικρά κι ας επαναφέρουν τα δικά τους που άδικα έχουν ριχτεί στην καταφρόνια και, τέλος, ας μου δώσουν αφορμές να χαίρομαι κι όχι να θλίβομαι όπως τώρα’’.
( Τι ουν λοιπόν; Εύχεσθαι τοις θεοίς χείρα ορέξαι και τοις ιεροίς και τοις γεωργοίς και ταις βουλαίς και τη των Ελλήνων φωνή και τα μεν ου δικαίως ηυξημένα μικρά ποιήσαι, τα δε αδίκως καταφρονούμενα τα αυτών κομίσασθαι δούναι τε αφορμάς εμοί χαράς αντί της νυν ανίας).
( ΛΙΒΑΝΙΟΣ 314μ.Χ.-393μ.Χ; :’’ Προς αυτούς που τον είπαν κουραστικό’’( Προς τους βαρύν αυτόν καλέσαντας)
Με εκτίμηση,
Αγγελική Π.
πηγή
Νεότερη Παλαιότερη

Αναγνώστες

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

10/recent/ticker-posts